Spotlight στη Λουκία Αλαβάνου και παρουσίαση teaser από το έργο που θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη Μπιενάλε

62ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ||

4-14/11/2021

 

Spotlight στη Λουκία Αλαβάνου και παρουσίαση teaser από το έργο που θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη Μπιενάλε

 

Την Κυριακή, 7 Νοεμβρίου, στο πλαίσιο του spotlight που πραγματοποιεί το τμήμα >>Film Forward στη Λουκία Αλαβάνου, παρουσιάστηκε στην αίθουσα Παύλος Ζάννας για πρώτη φορά teaser από το νέο πρότζεκτ της ελληνίδας εικαστικού, η οποία θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην 59η Μπιενάλε Βενετίας το 2022.

 

«Φέτος αποφασίσαμε να υποστηρίξουμε μια διαφορετική εικαστική δράση, την επίσημη ελληνική συμμετοχή στην 59η Μπιενάλε της Βενετίας, τη μεγαλύτερη εικαστική έκθεση στον κόσμο. Όπως γνωρίζετε, η Ελλάδα έχει πάντα ένα δικό της περίπτερο, το οποίο αποτελεί την εθνική της εκπροσώπηση. Φέτος, η εγκατάσταση είναι 100% κινηματογραφική, για αυτό και αποφασίσαμε να την υποστηρίξουμε, να είμαστε δίπλα σε αυτή την εθνική συμμετοχή στο περίπτερό μας. Η καλλιτέχνις που θα μας εκπροσωπήσει φέτος είναι η Λουκία Αλαβάνου», ανέφερε ο Ορέστης Ανδρεαδάκης, ο οποίος προλόγισε την εκδήλωση, καλώντας ταυτόχρονα την κ. Αλαβάνου στο βήμα, προκειμένου να παρουσιάσει το νέο της έργο.

 

«Αρχικά, σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση και τη συνεργασία. Στη Θεσσαλονίκη είδα το πρώτο VR φιλμ στη ζωή μου. Στην έκθεση-εγκατάσταση, στην Μπιενάλε, θα δούμε μια VR ταινία σε μορφή εγκατάστασης, δημιουργώντας ένα –και το λέω με κάποια ειρωνεία – σινεμά του μέλλοντος. Υπάρχουν δύο επίπεδα, της εγκατάστασης, που είναι βασισμένη δημιουργία «Η αποικία στα σύννεφα» του αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτου, του οποίου το έργο με έχει αγγίξει πολύ βαθιά. Ο Ζενέτος, τη δεκαετία του ΄60, τη στιγμή που η Αθήνα καταστρεφόταν, οραματιζόταν μια πόλη η οποία χτίζεται στα σύννεφα. Σε αυτή την πόλη φαντάστηκε ότι υπάρχει, σε κάθε οικισμό, μια καρέκλα πάνω στην οποία πράττουμε τα πάντα, χωρίς να κάνουμε τίποτα», εξήγησε η Λουκία Αλαβάνου, κάνοντας μια πρώτη σύντομη εισαγωγή.

 

«Όταν φλέρταρα με την τεχνολογία του VR, ερωτεύτηκα αυτή την καρέκλα, ένιωσα ότι έβλεπε πάρα πολύ μπροστά, μιλούσε για έναν κόσμο του AR, του VR, του XR. Καθώς δούλευα μια ταινία VR, την τοποθέτησα εκεί. Μέσα στο περίπτερο στη Μπιενάλε θα έχουμε κάποια υβριδικά στοιχεία, τα οποία θα είναι επηρεασμένα από αυτή την καρέκλα. Θα μπαίνουμε μέσα και θα ακούμε ένα ηχητικό έργο, ενώ η εικόνα θα είναι μέσα στις κάσκες VR. Θα καθόμαστε στις 15 καρέκλες, σε αποστάσεις COVID, θα είμαστε μόνοι και μαζί συγχρόνως, ένα σινεμά του μέλλοντος, σε μια θέαση μοναχική και συλλογική. Θα φοράμε μια κάσκα VR και θα βλέπουμε όλοι το ίδιο, αλλά παράλληλα ο καθένας θα είναι μόνος του», συνέχισε η κ. Αλαβάνου.

 

«Η ταινία αυτή είναι 360 και 3D, γυρισμένη στο γκέτο της Νέας Ζωής, στον Ασπρόπυργο, ένα σημείο όπου δεν έχουν πρόσβαση άνθρωποι που δεν είναι Ρομά. Είμαι από τους πολύ λίγους που έχουν πάει εκεί, οπότε είναι ένα παρθένο κινηματογραφικό τοπίο. Διάβαζα τον Οιδίποδα επί Κολωνώ, ένα έργο που θεωρώ πάρα πολύ σύγχρονο και αναρωτήθηκα γιατί δεν είναι τόσο γνωστό. Πιστεύω, λοιπόν, ότι δεν έγινε τόσο γνωστό γιατί έχει να κάνει με το ταμπού των γηρατειών. Συνειδητοποίησα έπειτα ότι ο Οιδίποδας πέρασε ως νομάς, γέρος πλέον, από τη Θήβα στον Κολωνό. Βρήκα, λοιπόν, έναν ηλικιωμένο βασιλιά των τσιγγάνων στη Θήβα, ο οποίος μου λέει την ιστορία του και είναι πραγματικά ο Οιδίποδας. Οι τσιγγάνοι έχουν άλλωστε και φοβερές ερμηνευτικές ιδιότητες, οπότε αποφασίζω να γυρίσω την ταινία σε εκείνο το μέρος, με ερασιτέχνες Ρομά ηθοποιούς. Υπάρχει μια αφήγηση στα αγγλικά, είναι πολύ σουρεαλιστικό, δεν είναι θέατρο, δεν είναι δράμα με τη μορφή που το έχουμε συνηθίσει. Διαρκεί 20 λεπτά, μια διάρκεια που είναι αρκετά μεγάλη για ταινία VR, καθώς με την υπάρχουσα τεχνολογία είναι αρκετά τα 20 λεπτά με την κάσκα για τον θεατή. Πιθανώς, σε δύο χρόνια από τώρα να έχουμε τη δυνατότητα για ακόμη μεγαλύτερες ταινίες VR», σχολίασε η καλλιτέχνις.      

 

«Η προετοιμασία κράτησε έναν χρόνο, καθώς δεν μπορούσα να γίνω αποδεκτή τον πρώτο χρόνο στην κοινότητα. Υπάρχει και ένας πολύ ενδιαφέροντας καθρεφτισμός της ιστορίας, καθώς ο Οιδίποδας είναι ένας ξένος που μπαίνει σε έναν οικισμό, οπότε ένιωσα μια ταύτιση. Δεν ήταν high art, ήταν low art σαν τους θιάσους που έπαιζαν στις κοινότητες. Με αυτή την ευκαιρία, ήθελα να μιλήσω για την κάμερα VR, η οποία δεν δείχνει ποτέ με το δάχτυλο. Αντιθέτως, φαίνονται τα πάντα, η κάμερα VR ξεμπροστιάζει. Δεν μπορείς, επίσης, να κάνεις κάδρο με την κάμερα VR, ανατρέπει δηλαδή τους βασικούς κανόνες της κινηματογραφικής αφήγησης. Μπαίνεις μέσα στο υποκείμενο και έτσι δημιουργείται μια ενδιαφέρουσα αλληγορία με τον τυφλό Οιδίποδα. Εξάλλου, είμαστε όλοι τυφλοί όταν βλέπουμε VR», προσέθεσε.

 

«Μιας και είμαστε στη Θεσσαλονίκη, να πω ότι ο Λεωνίδας Παπαζόγλου και όλοι αυτοί οι πλανόδιοι φωτογράφοι υπήρξαν μια τεράστια επιρροή. Αυτούς είχα στο μυαλό μου όταν δημιουργούσαμε τις σκηνές, γιατί όταν κάνεις φωτογραφία στο VR δεν στήνεις ένα κάδρο, αλλά τους ανθρώπους γύρω, έχει κάτι το βαθιά θεατρικό. Η μόνη μεγάλη παρέμβαση που έκανα στο έργο είναι στη σκηνή της Αντιγόνης, γιατί θύμωσα λίγο επειδή η Αντιγόνη δεν μιλάει πολύ, οπότε της προσέθεσα έναν μονόλογο. Σε αυτή τη σκηνή, από την απέναντι πλευρά του οικισμού έπεφταν αληθινοί πυροβολισμοί, ήχοι που έχουν καταγραφεί. Έχουμε ένα τεράστιο ηχητικό αρχείο, με τραγούδια και λέξεις σε μια γλώσσα που δεν έχει καταγραφεί, νιώθω ότι έχω στα χέρια μου κάτι πολύτιμο. Είναι σημαντικό να πω ότι σε αυτό τα έργο ο ήχος ήταν από τα πιο δύσκολα και ενδιαφέροντα στοιχεία, ήταν κατευθυντικός, δηλαδή μια τεχνολογία που ελάχιστα έχει εφαρμοστεί σε ταινίες VR στην Ευρώπη. Το sound design είναι 360, δηλαδή γυρνάς και γυρνάει και ο ήχος μαζί σου. Υπάρχει ένα τεράστιο ηχητικό αρχείο που καταγράψαμε με τον συνεργάτη μου, τον Μανώλη Μανουσάκη, μια αληθινά πολύ δύσκολη αποστολή από τεχνική σκοπιά», εξήγησε η κ. Αλαβάνου.    

 

Στη συνέχεια παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το teaser του νέου πρότζεκτ διάρκειας μισού λεπτού, το οποίο καθήλωσε το κοινό με τον ιδιαίτερο συνδυασμό ήχου, εικόνας, αγγλικής αφήγησης και αισθητικής. Η χρηματοδότηση του πρότζεκτ είναι μια προσφορά από το Onassis Culture και το PCAI, ενώ την παραγωγή ανέλαβε η VRS, όπως ανέφερε η κ. Αλαβάνου. Στη συνέχεια, ακολούθησαν σύντομες ερωτήσεις του κοινού για τις συνθήκες των γυρισμάτων στον Ασπρόπυργο, αλλά και την τεχνοτροπία του VR. Αμέσως μετά, προβλήθηκαν έξι μικρού μήκους ταινίες της Λουκίας Αλαβάνου, στο πλαίσιο του spotlight στην Ελληνίδα εικαστικό που φιλοξενεί το τμήμα >>Film Forward του 62ου ΦΚΘ.