Panel: ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ

Στρογγυλό τραπέζι:

Παρόν και μέλλον βαλκανικού κινηματογράφου

Συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με θέμα «Βαλκανικός κινηματογράφος και δυνατότητες παραγωγής», έγινε το Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2004, στο ξενοδοχείο «CITY», στο πλαίσιο του 45ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Στη συζήτηση, που έγινε με την ευκαιρία της επετείου των δέκα χρόνων της θέσπισης του τμήματος «Ματιές στα Βαλκάνια» του Φεστιβάλ, συμμετείχαν οι: Διονύσης Σαμιώτης, Behrooz Hashemian (Γαλλία/Ιράν), Mirsad Puritrava (Σαράγεβο), Miroljub Vuckovic (Σερβία & Μαυροβούνιο), Stefan Kitanov (Βουλγαρία), Yesim Ustaoglu (Τουρκία), Anna Stratton (Καναδάς) και Nicolas Manuel (Γαλλία). Συντονιστής της συζήτησης ήταν ο Δημήτρης Κερκινός.

Ο διευθυντής του Φεστιβάλ, Μιχάλης Δημόπουλος, παίρνοντας πρώτος το λόγο, τόνισε ότι το αφιέρωμα στις βαλκανικές ταινίες μετρά μέχρι σήμερα δέκα χρόνια παρουσίας. Όπως είπε, όταν ξεκίνησε το τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια» το 1994, στόχος ήταν να προβληθούν οι ταινίες από τα Βαλκάνια, ωστόσο στα χρόνια που πέρασαν αναδείχτηκαν και νέα ταλέντα. Οι βαλκανικές ταινίες προκάλεσαν το αυξημένο ενδιαφέρον του ελληνικού κοινού, το οποίο άρχισε να τις ζητάει. «Εάν η Θεσσαλονίκη θεωρείται το σταυροδρόμι των πολιτισμών, τότε το Φεστιβάλ της είναι ένας τόπος φιλίας και επικοινωνίας μεταξύ των Βαλκανικών λαών», δήλωσε ο κ. Δημόπουλος.

Στη συνέχεια, απηύθυναν σύντομους χαιρετισμούς η διευθύντρια της MEDIA DESK, Τίνα Παναγοπούλου και η πρόεδρος του ΣΑΠΟΕ, Δέσποινα Μουζάκη, ενώ αναγνώστηκε ο χαιρετισμός της διευθύντριας του ΙΟΜ, Όλγας Κλειαμάκη. Ακολούθησε μικρή παρουσίαση της καλλιτεχνικής διευθύντριας του Balkan Fund, Χριστίνας Κάλλας.

Τα προβλήματα του βαλκανικού κινηματογράφου

Στην αρχή της συζήτησης, οι συμμετέχοντες έκαναν μία σύντομη αναφορά στην προσωπική τους πορεία στο χώρο του κινηματογράφου, μιλώντας για την εμπειρία που έχουν αποκομίσει από τη χώρα τους και έθεσαν επί τάπητος τις αντιξοότητες και τα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ο βαλκανικός κινηματογράφος. Όπως τόνισαν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα στην παραγωγή μιας ταινίας στα Βαλκάνια είναι το οικονομικό και ακολουθούν η διανομή στις αίθουσες και η μετάδοσή τους από την τηλεόραση.

Ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Κινηματογράφου του Βελιγραδίου, Miroljub Vuckovic, τόνισε ότι οι θεατές είναι οι μόνοι που δεν πληρώνονται για να δουν μια ταινία. «Οι άνθρωποι βλέπουν ταινίες γιατί τους ενδιαφέρει να ανακαλύψουν τι καινούργιο υπάρχει», είπε χαρακτηριστικά. Παράλληλα, ανέφερε ότι, μετά την πρωτοβουλία του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης να καθιερώσει ειδικό τμήμα για τον βαλκανικό κινηματογράφο, το παράδειγμά του ακολούθησαν κι άλλα φεστιβάλ. Αναφερόμενος στον Ιρανό σκηνοθέτη Abbas Kiarostami, ο κ. Vuckovic τόνισε πως αποτελεί ζωντανό παράδειγμα ότι μόνο με μία ψηφιακή μηχανή και χωρίς καν συνεργείο, μπορείς να γυρίσεις μία ταινία. «Αυτή τη στιγμή, ο ευρωπαϊκός και αμερικανικός κινηματογράφος ανακυκλώνονται, ενώ ο ιρανικός παρουσιάζει κάτι εντελώς καινούργιο. Αυτό μας δείχνει ότι μπορείς να κάνεις μια ταινία με ελάχιστα χρήματα, όπως ο Kiarostami, στη συνέχεια αυτή να γίνει επιτυχία και η επόμενη ταινία να τύχει υψηλότερης χρηματοδότησης», δήλωσε ο κ. Vuckovic.

Παίρνοντας στη συνέχεια το λόγο, ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαράγεβο, Mirsad Puritrava επισήμανε ότι τα τελευταία δύο χρόνια, στο Φεστιβάλ του Σαράγεβο δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις τοπικές ταινίες. Παράλληλα, τόνισε: «ζητούμε τη στήριξη των κυβερνήσεων, ενώ προσεγγίζουμε και την κρατική τηλεόραση, προκειμένου να χρηματοδοτήσει συμπαραγωγές ταινιών. Πάντως, πέρα από τα χρήματα, αυτό που χρειάζεται σίγουρα είναι ένα καλό σενάριο κι από κει και πέρα τα χρήματα θα βρεθούν».

Ο διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Σόφια, παραγωγός και διανομέας ταινιών, Stefan Kitanov από την Βουλγαρία ανέφερε ότι από τις αρχές του 2004 πραγματοποιείται στην Σόφια σειρά συναντήσεων, κατά τη διάρκεια των οποίων προβάλλονται βουλγαρικές ταινίες σε διεθνές κοινό. «Σύντομα, σχεδόν όλες οι Βαλκανικές χώρες θα είναι μέλη της Ε.Ε. και συνεπώς έχει μεγάλη σημασία η συνεργασία μεταξύ τους. Αυτή τη στιγμή η κατάσταση για τον κινηματογράφο στην Σόφια δεν είναι καλή. Πάντως, θεωρώ ότι για την προώθηση των βαλκανικών ταινιών χρειάζεται μεγαλύτερη διανομή μέσω τηλεόρασης και DVD», είπε ο κ. Kitanov.

Οι συμπαραγωγές

Ο παραγωγός ταινιών της εταιρείας Silkroad Production, Behrooz Hashemian αναφέρθηκε στην όχι και τόσο ευχάριστη, όπως είπε, εμπειρία του από τη συνεργασία του σε μία ταινία με παραγωγό από την Ελλάδα. «Η ταινία έγινε, αλλά εγώ δεν μπορώ ακόμη να βρω τον συμπαραγωγό μου, που απλώς εξαφανίστηκε παίρνοντας τα χρήματα. Απευθύνθηκα στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, αλλά δεν έλαβα καμία απάντηση», τόνισε. Από την πλευρά της, η παραγωγός της εταιρείας Triptych Media, Anna Stratton υπεραμύνθηκε των συμπαραγωγών μεταξύ δύο ή και περισσοτέρων χωρών, ωστόσο δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι το 1997 υπήρξε συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Καναδά για συμπαραγωγή, η οποία όμως δεν έχει υλοποιηθεί μέχρι σήμερα. «Ίσως οι συμπαραγωγές να κοστίζουν περισσότερο, αλλά τυγχάνουν καλύτερης προώθησης στην αγορά», είπε η κ. Stratton.

Ο παραγωγός και μέλος του ΣΑΠΟΕ, Διονύσης Σαμιώτης ανέφερε ότι, συνεργαζόμενος με Βαλκάνιους σκηνοθέτες, ανακάλυψε πόσα είναι τα κοινά πράγματα που συνδέουν του λαούς των Βαλκανίων. «Έχουμε κοινές ρίζες, κοινό πολιτισμό. Ίσως να μας λείπουν κάποιοι θεσμοί όπως το Balkan Fund, ωστόσο πρέπει να συνεργαστούμε και να εμπλουτίσουμε τις όποιες πρωτοβουλίες υπάρχουν. Είχαμε ζητήσει, μάλιστα, να δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη ένα γραφείο βαλκανικών ταινιών, με στόχο τη διανομή και παροχή πληροφοριών γύρω απ’ αυτές, αλλά τελικά δεν έγινε τίποτα», τόνισε ο κ. Σαμιώτης. Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι σημαντική η προώθηση και διανομή των βαλκανικών ταινιών σε μεγαλύτερες αγορές, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί σε συνεργασία με την αγορά της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας.

«Στην Ελλάδα για παράδειγμα, δεν υπάρχει ούτε μία εταιρεία πώλησης ελληνικών ταινιών στην Ευρώπη», επεσήμανε ο κ. Σαμιώτης. Επίσης, ανέφερε ότι για την προώθηση των ταινιών απαιτείται η άσκηση πίεσης στις κυβερνήσεις, ώστε να συνειδητοποιήσουν ότι η προώθηση του πολιτισμού χρειάζεται τα οπτικοακουστικά μέσα και κυρίως την τηλεόραση, μέσω της οποίας μπορούν να προβληθούν οι ταινίες. «Θεωρώ ότι η συμπαραγωγή ταινιών είναι σημαντική. Ένας γράφει το σενάριο κι ο άλλος προσπαθεί να βρει χρηματοδότες. Αυτό που χρειαζόμαστε στα Βαλκάνια είναι το marketing, δηλαδή πώς θα πουλήσουμε το προϊόν μας», κατέληξε ο κ. Σαμιώτης.