Agora Talks: Online συζήτηση για το σύγχρονο τοπίο των κινηματογραφικών συμπαραγωγών από το EWA

61ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ||

5- 15/11/2020

 

Agora Talks: Online συζήτηση για το σύγχρονο τοπίο των κινηματογραφικών συμπαραγωγών από το EWA

 

Τη Δευτέρα 9 Νοεμβρίου, στο πλαίσιο των δράσεων της Αγοράς του 61ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, πραγματοποιήθηκε online συζήτηση με θέμα το τοπίο των κινηματογραφικών συμπαραγωγών στην Ευρώπη, όπως έχει διαμορφωθεί μετά το ξέσπασμα της πανδημίας. Το EWA (Ευρωπαϊκό Οπτικοακουστικό Δίκτυο Γυναικών) διοργάνωσε τη συζήτηση, στην οποία συμμετείχαν οκτώ κινηματογραφικοί παραγωγοί από επτά διαφορετικές χώρες, καθώς και η Susan Newman, εκπροσωπώντας τόσο το Eurimages όσο και το Ευρωπαϊκό Οπτικοακουστικό Παρατηρητήριο. Η συζήτηση πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του ΕΚΟΜΕ.

 

Προτού ξεκινήσει η κουβέντα, προβλήθηκε ένα σποτάκι που παρουσίαζε αναλυτικά τις δράσεις του ΕΚΟΜΕ για την ενίσχυση των ελληνικών παραγωγών, οι οποίες κινούνται στους άξονες της χρηματοδότησης, της ψηφιοποίησης και της επιμόρφωσης.

 

Τον λόγο πήρε αρχικά η Γενική Διευθύντρια του Φεστιβάλ, Ελίζ Ζαλαντό, η οποία ευχαρίστησε τους συνεργάτες του Φεστιβάλ, το ΕΚΟΜΕ και την EWA, και καλωσόρισε θερμά τις «διάσημες, πολυάσχολες και συναρπαστικές» γυναίκες που συμμετείχαν στην κουβέντα. Στη συνέχεια, τον λόγο πήρε η Alessia Sognaloni, η Εκτελεστική Διευθύντρια του  EWA, η οποία ευχαρίστησε αρχικά τη Γιάννα Σαρρή και την Αγγελική Βέργου από την Αγορά του ΦΚΘ για τη συνέχιση αυτής της επιτυχημένης συνεργασίας, παρά τις αντιξοότητες που επικρατούν αυτή τη στιγμή. Αμέσως μετά, παρέδωσε τη σκυτάλη στη συντονίστρια της συζήτησης, Linda Beith, η οποία αναφέρθηκε στις πρόσθετες δυσκολίες που γέννησε η πανδημία του Covid-19 στη δουλειά ενός κινηματογραφικού παραγωγού.

 

«Όπως πληροφορήθηκα τελευταία, το κόστος τήρησης των υγειονομικών προδιαγραφών ασφαλείας για το συνεργείο μιας κινηματογραφικής ταινίας είναι ιδιαίτερα υψηλό, οδηγώντας σε μια συνολική αύξηση του μπάτζετ, της τάξης του 6-15%, ανάλογα με την περίπτωση», ανέφερε χαρακτηριστικά. Ποιο είναι, όμως, το ποσοστό των συμπαραγωγών που έχουν αναβληθεί ή καθυστερήσει αυτή την περίοδο; Και με ποιους τρόπους αντιμετωπίζουν οι συμπαραγωγές την αύξηση του κόστους; Αυτά ήταν τα δύο ερωτήματα που έθεσε η Linda Beith στη Susan Neman, η οποία μοιράστηκε τις προσωπικές της εντυπώσεις και εμπειρίες.

 

«Αρχικά, να αναφέρω πως μέχρι τώρα δεν έχει καταγραφεί κάποια απόκλιση από τον μέσο όρο των 200 πρότζεκτ στα οποία συμμετέχει ετησίως το Eurimages. Αυτό που ισχύει είναι πιθανώς μια διαφοροποίηση όσον αφορά το μπάτζετ των παραγωγών που αναζητούν χρηματοδότηση μέσω Eurimages, καθώς άλλες χρονιές δεν θα έφταναν στα χέρια μας παραγωγές με τόσο χαμηλό μπάτζετ. Από εκεί και έπειτα, όντως παρατηρεί κανείς αλλαγές όσον αφορά τα μεγαλύτερα πρότζεκτ, τα οποία βρίσκονταν ήδη στα σκαριά και ήταν έτοιμα να εισέλθουν στη διαδικασία της παραγωγής στην πρώτη περίοδο του lockdown. Σε αυτά έχει σημειωθεί μια αύξηση του συνολικού κόστους κατά 6-9%. Τα μεγαλύτερα προβλήματα, πάντως, για κάθε συμπαραγωγή, ξεκινούν όταν τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιούνται σε διαφορετική χώρα από τη βασική χώρα της συμπαραγωγής. Οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες έχουν μεν θέσει σε εφαρμογή προγράμματα στήριξης, αλλά μια παραγωγή μπορεί να τα αξιοποιήσει μόνο στην περίπτωση που η ταινία γυρίζεται στη χώρα που έχει θεσπίσει τα συγκεκριμένα προγράμματα. Η κατάσταση αυτή έχει ήδη αρχίσει να δημιουργεί τριβές και εντάσεις σε πολλές συμπαραγωγές, καθώς δεν είναι σπάνιες οι φορές που μια χώρα με μικρότερο μερίδιο στη συμπαραγωγή βλέπει τον ρόλο της να ελαχιστοποιείται. Το δομικό μοντέλο της κινηματογραφικής συμπαραγωγής έχει διαταραχθεί», ανέφερε σχετικά.

 

Ακολούθως, η Susan Newman ανέφερε πως τυχόν αύξηση του μπάτζετ μιας παραγωγής για λόγους που σχετίζονται με την πανδημία αφορά πρωτίστως τους παραγωγούς και όχι το Eurimages, το οποίο δίνει έμφαση σε άλλες παραμέτρους, όπως τη συμμόρφωση της κάθε συμπαραγωγής προς τους ισχύοντες νομικούς κανόνες. Το ζήτημα, όμως, της παροχής ασφαλιστικής κάλυψης εξαιτίας της πανδημίας του Covid-19 έχει τεθεί επισήμως ενώπιον των αρμόδιων αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Η Susan Newman, ως μέλος του Ευρωπαϊκού Οπτικοακουστικού Παρατηρητηρίου, κλήθηκε να απαντήσει. «Τα οικονομικά βοηθήματα που θα χορηγηθούν μέσα από τη νέα μορφή του MEDIA Program αναμένεται να περιλαμβάνουν μια κάποια μορφή ασφαλιστικής κάλυψης. Η αλήθεια είναι, πάντως, ότι το συγκεκριμένο θέμα έχει δρομολογηθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από τις επιμέρους ενώσεις των παραγωγών σε κάθε χώρα, που έχουν πλήρη εικόνα του προβλήματος. Ως Eurimages παρέχουμε κατευθυντήριες γραμμές και συμβουλές στις εθνικές ενώσεις παραγωγών, όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα προσεγγίσουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η γνώμη μας είναι ότι είναι απαραίτητες τέτοιες κινήσεις διότι βρισκόμαστε απέναντι σε ένα δομικό πρόβλημα που επηρεάζει αρνητικά το τοπίο των συμπαραγωγών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο», δήλωσε χαρακτηριστικά.

 

Στη συνέχεια, τον λόγο πήρε η γερμανίδα παραγωγός Bettina Brokemper, η οποία υπογράμμισε πως η αύξηση του κόστους μιας παραγωγής μπορεί να κινηθεί σε πολύ υψηλότερα ποσοστά από αυτά που αναφέρθηκαν, εφόσον πρόκειται για μια παραγωγή που έχει ήδη ξεκινήσει. «Για οποιαδήποτε παραγωγή που είχε ξεκινήσει γυρίσματα πριν τον Μάρτιο και αναγκάστηκε να διακόψει λόγω της καραντίνας, θα έλεγα πως η συνολική αύξηση του μπάτζετ ενδέχεται να αγγίξει μέχρι και το 30%. Όσον αφορά την ασφαλιστική κάλυψη λόγω Covid-19, που παρέχει το γερμανικό κράτος, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να πρόκειται για ταινία που γυρίζεται στο γερμανικό έδαφος. Οι διεθνείς συμπαραγωγές δεν επωφελούνται από το συγκεκριμένο μέτρο». Αμέσως μετά, η σκυτάλη πέρασε στη γαλλίδα παραγωγό Laura Briand, η οποία ανέφερε πως στη Γαλλία έχει δρομολογηθεί ένα γενναιόδωρο πακέτο στήριξης από το κράτος προς την κινηματογραφική βιομηχανία γενικότερα, το οποίο όμως δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί επισήμως. Ακολούθως, η γερμανίδα παραγωγός Martina Haubrich επιβεβαίωσε ότι τα αυστηρά κριτήρια για την παροχή βοήθειας από το γερμανικό κράτος περιορίζουν σημαντικά τον αριθμό των παραγωγών που έχουν τη δυνατότητα να επωφεληθούν. «Είναι απαραίτητο η παραγωγή να έχει ήδη χρηματοδοτηθεί από επίσημα κρατικά κεφάλαια. Αν η χρηματοδότησή της προέρχεται από άλλες πηγές, είναι πολύ δύσκολο να λάβει βοήθεια, ακόμη και αν απευθυνθεί στα περιφερειακά όργανα. Όπως αναφέρθηκε εξάλλου και νωρίτερα, είναι αναγκαία προϋπόθεση τα γυρίσματα της ταινίας να πραγματοποιούνται στη Γερμανία, γεγονός που ψαλιδίζει τις πιθανότητες για μια διεθνή συμπαραγωγή», δήλωσε σχετικά.

 

Περνώντας από τη Γερμανία στην Ιταλία, η παραγωγός Enrica Capra ανέφερε πως το ιταλικό κράτος, προκειμένου να συνδράμει τις κινηματογραφικές παραγωγές την εποχή του Covid-19, έχει θεσπίσει υψηλότερο ποσοστό έκπτωσης φόρου για κάθε παραγωγή που βρισκόταν προχωρημένο στάδιο γυρισμάτων την εποχή που επιβλήθηκαν τα μέτρα καραντίνας. Από την πλευρά της, η Zeynep Atakan από την Τουρκία δήλωσε πως υπήρξαν ορισμένα κυβερνητικά μέτρα στήριξης, τα οποία –αν και περιορισμένης έκτασης– προσέφεραν σημαντική βοήθεια. «Τα πάντα είχαν σταματήσει για τρεις μήνες, από τον Μάρτιο έως και τον Μάιο. Τον Ιούνιο, έκαναν την επανεμφάνισή τους οι πρώτες τηλεοπτικές παραγωγές. Φυσικά, δεν βοηθά καθόλου το γεγονός ότι η τουρκική λίρα κατρακυλά συνεχώς, δημιουργώντας ένα περαιτέρω κλίμα αβεβαιότητας. Προσωπικά μιλώντας, γνωρίζω δέκα τουλάχιστον παραγωγές που επρόκειτο να γυριστούν το 2020, αλλά μετατέθηκαν για το 2021», ανέφερε χαρακτηριστικά.

 

Αμέσως μετά, ήρθε η σειρά της παραγωγού Ada Solomon, από τη Ρουμανία, η οποία περιέγραψε τη δεινή κατάσταση που επικρατεί στη χώρα της. «Δεν λαμβάνουμε την παραμικρή βοήθεια ούτε για το σκέλος της παραγωγής ούτε ως ασφαλιστική κάλυψη. Όχι μόνο δεν έχει υπάρξει η παραμικρή βοηθητική κίνηση, αλλά τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα από πριν, καθώς εδώ και έναν χρόνο έχει μπει σε αναστολή το πρόγραμμα του cash rebate στον βωμό πολιτικών παιχνιδιών. Σκεφτείτε ότι καμία από τις ταινίες που γυρίστηκαν πέρσι δεν έχει λάβει ακόμη χρήματα μέσω cash rebate. Το μόνο φωτεινό σημείο σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία είναι ότι ιδρύσαμε τη δική μας ένωση, έπειτα από είκοσι ολόκληρα χρόνια προσπαθειών, με την επωνυμία “Συμμαχία ρουμάνων παραγωγών”. Πλέον, έχουμε κοινή και ενιαία φωνή απέναντι στις αρμόδιες αρχές», δήλωσε η παραγωγός από τη Ρουμανία.

 

Επόμενη ομιλήτρια ήταν η Jelena Mitrović από τη Σερβία, η οποία ξεκίνησε την τοποθέτησή της λέγοντας πως η κινηματογραφική βιομηχανία στη Σερβία εξακολουθεί να έχει σφυγμό. «Παρότι επιβλήθηκε ολικό lockdown για τρεις ολόκληρους μήνες, η κινηματογραφική παραγωγή όλως παραδόξως συνεχίστηκε. Το σύστημα του cash rebate είναι σε λειτουργία, αμερικάνικες τηλεοπτικές σειρές γυρίζονται αυτή τη στιγμή στο Βελιγράδι, δεν έχει προβλεφθεί όμως κάποιο μέτρο προστασίας ή ενίσχυσης εξαιτίας της πανδημίας. Προς το παρόν, κάθε παραγωγή ακολουθεί τους δικούς της κανόνες όσον αφορά τη διεξαγωγή διαγνωστικών τεστ, ενώ κανείς δεν γνωρίζει τι θα συμβεί στο άμεσο μάλλον, καθώς τα κρούσματα στη Σερβία βρίσκονται σε ραγδαία άνοδο», ανέφερε η παραγωγός από τη Σερβία.

 

H παραγωγός Martichka Bozhilova από τη Βουλγαρία ήταν αυτή που έκλεισε τον πρώτο κύκλο των τοποθετήσεων, σχολιάζοντας πως η κατάσταση στη χώρα της είναι παρόμοια με εκείνη που επικρατεί στη Ρουμανία. «Δεν λάβαμε κάποια ειδική ενίσχυση για την αντιμετώπιση του Covid-19, ούτε έχει προβλεφθεί κάποια παροχή φορολογικών κινήτρων. Το καλοκαίρι γυρίστηκαν πάρα πολλές ταινίες στη χώρα, όχι μόνο εγχώριες, αλλά και διεθνείς παραγωγές, καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων είχε παραμείνει χαμηλός. Προσωπικά μιλώντας, μια παραγωγή στην οποία συμμετείχα μόλις ολοκλήρωσε τα γυρίσματά της. Πρόκειται για μια διεθνή συμπαραγωγή με την Ιταλία, γεγονός που βοήθησε τα μέγιστα στην υλοποίηση του πρότζεκτ. Εξαιτίας της πανδημίας, το μπάτζετ της ταινίας ανέβηκε κατά 10%. Ευτυχώς, οι ιταλοί συνάδελφοι είχαν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τις φορολογικές ελαφρύνσεις που ανέφερε η Enrica, έτσι λοιπόν μεταφέραμε ένα κομμάτι από τις post-production δραστηριότητές μας στην Ιταλία. Φυσικά, αυτό είχε ως αποτέλεσμα την μεταβολή των ποσοστών της συμπαραγωγής, σε σημείο που έχει πλέον αγγίξει το 50-50 με την Ιταλία, εξέλιξη που δεν ήταν στα αρχικά πλάνα μας. Εξυπακούεται ότι λόγω της πανδημίας, πολλές παραγωγές έχουν είτε ακυρωθεί είτε αναβληθεί. Μάλιστα, το Κέντρο Κινηματογράφου της Βουλγαρίας ανακοίνωσε πρόσφατα πως έχει στα ταμεία του 6 εκατομμύρια ευρώ από παραγωγές που δεν προχώρησαν, ποσό το οποίο είναι αναγκασμένο να επιστρέψει στο βουλγαρικό κράτος εφόσον δεν έχει τη δυνατότητα να το διοχετεύσει σε κινηματογραφικές παραγωγές», ανέφερε σχετικά.

 

Προχωρώντας στο επόμενο σκέλος της συζήτησης, η συντονίστρια Linda Beith ζήτησε από τις συμμετέχουσες να μιλήσουν για μελλοντικά τους σχέδια στον τομέα των διεθνών συμπαραγωγών. Πρώτη πήρε τον λόγο η Bettina Brokemper: «Μέσα στο 2020, τα πλάνα μου περιελάμβαναν τρεις διεθνείς συμπαραγωγές, αλλά μονάχα η μία εξ αυτών ολοκληρώθηκε. Το 2021, σε οτιδήποτε κι αν κάνω, στόχος είναι να πραγματοποιηθούν τα γυρίσματα αποκλειστικά στη Γερμανία, προκειμένου να μπορέσουμε να επωφεληθούμε από όλες τις σχετικές διευκολύνσεις. Επομένως, είτε θα ακυρώσουμε τις διεθνείς συμπαραγωγές είτε θα βρούμε δημιουργικούς τρόπους για να τις κρατήσουμε ζωντανές, όπως πχ τη μεταβολή των ποσοστών της συμπαραγωγής. Δεν θα ήθελα να ξαναζήσω την εμπειρία του Μαρτίου, όταν αναγκαστήκαμε να βάλουμε τα πάντα στον πάγο, ακριβώς τη στιγμή που ήμασταν έτοιμοι να ξεκινήσουμε γυρίσματα στην Ιταλία. Στο συγκεκριμένο πρότζεκτ, η αύξηση του μπάτζετ εξαιτίας αυτής της εξέλιξης άγγιξε το 30%. Παρά τις δυσκολίες, πάντως, δεν έχει αλλάξει η θετική μου διάθεση προς τις διεθνείς συμπαραγωγές. Απλούστατα, για οποιαδήποτε παραγωγή που υπερβαίνει τα 3 εκατομμύρια ευρώ μπάτζετ, δεν θα έπαιρνα το ρίσκο των γυρισμάτων εκτός Γερμανίας», δήλωσε χαρακτηριστικά. Η έτερη γερμανίδα παραγωγός που συμμετείχε στην κουβέντα, η Martina Haubrich, ήταν η επόμενη που μίλησε για τα σχέδιά της για το 2021. «Υπό μία έννοια, ήμουν τυχερή, διότι δεν είχα ξεκινήσει γυρίσματα για κάποια ταινία την περίοδο που επιβλήθηκε το lockdown. Μια διεθνής συμπαραγωγή ήταν προγραμματισμένη να ξεκινήσει τώρα, την οποία φυσικά αναγκαστήκαμε να αναβάλουμε, παρότι φρόντισα να μεταφερθούν όσο το δυνατόν περισσότερα γυρίσματα στη Γερμανία. Το συγκεκριμένο πρότζεκτ, όμως, περιλαμβάνει γυρίσματα και σε άλλες χώρες, συγκεκριμένα στο Βέλγιο και στο Μαρόκο, επομένως στην πραγματικότητα έχει μετατεθεί για μετά το τέλος της πανδημίας του κορωνοϊου».

 

Τον λόγο πήρε στη συνέχεια η Γαλλίδα Laura Briand, η οποία τόνισε πως οι παραγωγοί αυτή την περίοδο είναι υποχρεωμένοι να στραφούν και στην τηλεόραση, πέρα από τον κινηματογράφο. «Η πανδημία έχει επιφέρει μεγάλο πλήγμα στις αίθουσες και υπάρχουν φόβοι ότι οι θεατές δεν πρόκειται να επιστρέψουν εκεί για πολύ καιρό ακόμη. Το κοινό των αιθουσών αποτελείται κατά κύριο λόγο από άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, τα οποία έχουν πλέον αρχίσει να εξοικειώνονται με τις νέες τεχνολογίες και τις streaming πλατφόρμες. Εννοείται ότι οι διεθνείς συμπαραγωγές δεν έχουν βγει από την ατζέντα μου, η γνώμη μου όμως είναι ότι στην παρούσα φάση δεν είναι σοφό να στραφεί κάποιος παραγωγός αποκλειστικά στο σινεμά. Πιστεύω πως η πανδημία επιτάχυνε μια δυσάρεστη διαδικασία, η οποία βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη», εξήγησε χαρακτηριστικά. Παίρνοντας ως αφορμή τα παραπάνω, η Susan Newman ανέλυσε το πώς έχει επηρεάσει τον τρόπο λειτουργίας του Eurimages η αναστολή λειτουργίας των κινηματογραφικών αιθουσών σε πολλές χώρες της Ευρώπης. «Μια από τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη συμμετοχή του Eurimages σε ένα κινηματογραφικό πρότζεκτ είναι η έξοδος της ταινίας στις αίθουσες. Με τις τωρινές συνθήκες, φυσικά, κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, επομένως πολλές από τις ταινίες στις οποίες συμμετέχουμε έχουν παρουσιαστεί στο κοινό με τη μορφή του Video on Demand (VoD), η οποία συνιστά μια εναλλακτική λύση. Φυσικά, αυτή η λύση πρέπει να είναι αποδεκτή και από τις αρμόδιες αρχές της κάθε χώρας», δήλωσε σχετικά.

 

Η Ada Solomon από τη Ρουμανία πήρε τη σκυτάλη, μιλώντας όχι μόνο για τα προσεχή της σχέδια, αλλά και για πώς κατόρθωσε να ολοκληρώσει δύο πρότζεκτ μέσα στο 2020. «Γυρίσαμε δύο μεγάλου μήκους ταινίες μυθοπλασίας, οι οποίες ήταν αμφότερες διεθνείς συμπαραγωγές τεσσάρων χωρών. Κάναμε ό,τι περνούσε από το χέρι μας, κατεβάζοντας ιδέες προκειμένου να ελαχιστοποιήσουμε τους κινδύνους, διότι η τελική ευθύνη αν κάποιος νοσήσει βαραίνει τους δικούς μας ώμους. Μειώσαμε στο ελάχιστο τον αριθμό των ατόμων που έπρεπε να ταξιδέψουν, όπως και το κόστος της παραγωγής. Στην πραγματικότητα, προσπαθήσαμε να καλύψουμε τα επιπλέον έξοδα λόγω Covid κάνοντας περικοπές από αλλού. Το εξτρά κόστος που σχετίζεται με τον κορωνοϊό δεν αφορά μονάχα τα διαγωνιστικά τεστ και την απολύμανση. Είσαι αναγκασμένος να εξασφαλίσεις μεγαλύτερους χώρους, περισσότερα αυτοκίνητα, περισσότερο χρόνο κτλ. Χαρακτηριστική περίπτωση ευρηματικών λύσεων υπήρξε η νέα ταινία του Ράντου Ζούντε, η οποία θα κυκλοφορήσει, καλώς εχόντων των πραγμάτων, το 2021. Καθώς το δεύτερο κύμα της πανδημίας φαινόταν στον ορίζοντα, αποφασίσαμε να επισπεύσουμε τα γυρίσματα ώστε να προλάβουμε τις εξελίξεις. Περιορίσαμε στο ελάχιστο το κόστος, καθότι δεν είχαμε πλέον τη δυνατότητα να στραφούμε σε διάφορες πηγές χρηματοδότησης, όπως το Eurimages. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και το ότι ο Ράντου Ζούντε αποδείχτηκε εξαιρετικά συνεργάσιμος και εφευρετικός. Προσαρμοστήκαμε στις υπάρχουσες συνθήκες, θέλοντας μάλιστα να αποτυπώσουμε το πνεύμα της εποχής στην ταινία. Για παράδειγμα, μια σκηνή συνάντησης γονέων, που διαδραματίζεται σε σχολική αίθουσα, μεταφέρθηκε στην αυλή. Η μεγαλύτερη έμπνευση, όμως, ήταν ότι οι ηθοποιοί, σε όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων, φορούσαν μάσκα. Ο κάθε ηθοποιός φορούσε διαφορετική μάσκα, ήταν σαν κομμάτι της “στολής” του. Ενσωματώσαμε, λοιπόν, με τρόπο δημιουργικό στον σκελετό της ταινίας όλες τις αδυναμίες που γέννησε η συνθήκη της πανδημίας, εξασφαλίζοντας παράλληλα την ασφάλεια όλων όσοι συμμετείχαν», δήλωσε, ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή της.

 

Η Enrica Carpa, στη συνέχεια, εξήγησε πως το κόστος, υπό τις παρούσες συνθήκες, ανεβαίνει εξαιτίας πολλών παραγόντων. «Αυτό που θα ήθελα να τονίσω, μιλώντας από προσωπική εμπειρία, έχοντας μεταθέσει χρονικά ήδη δύο φορές ένα πρότζεκτ, είναι ότι η αύξηση του μπάτζετ δεν προκύπτει μονάχα από την τήρηση των υγειονομικών μέτρων ασφαλείας, αλλά και από τη συνολική επανεκκίνηση ενός πρότζεκτ, η οποία κοστίζει σε χρόνο και χρήμα. Μια ακόμη δυσκολία προκύπτει, επίσης, από το γεγονός ότι σε κάθε συμπαραγωγή είναι πλέον αναγκαίο να γνωρίζεις τους περιορισμούς που ισχύουν σε κάθε χώρα, οι οποίοι ενδέχεται να διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Με τις συνθήκες που επικρατούν σε πολλές συμπαραγωγές θα υπάρξει μεταβολή ισχύος ανάμεσα στις χώρες που συμμετέχουν στο πρότζεκτ». Κλείνοντας την κουβέντα, η συντονίστρια Linda Beath έδωσε μια αισιόδοξη νότα, αναφερόμενη στην πιθανότητα κυκλοφορίας ενός αποτελεσματικού εμβολίου σύντομα, ενώ η Αlessia Sognaloni ευχαρίστησε όλες τις συμμετέχουσες, καθώς και την Αγορά του ΦΚΘ για αυτή την τόσο ενδιαφέρουσα κουβέντα.