50o ΦΚΘ: Masterclass Βέρνερ Χέρτζογκ

MASTERCLASS ΒΕΡΝΕΡ ΧΕΡΤΖΟΓΚ


Για την κινηματογραφική πορεία του, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στο ξεκίνημα της καριέρας του, για όλα όσα τον δίδαξε η ζωή, αλλά και για το μέλλον του σινεμά, μίλησε ο ιδιοφυής, πρωτοπόρος κινηματογραφιστής Βέρνερ Χέρτζογκ στο εξαιρετικά ενδιαφέρον masterclass που παρέδωσε το Σάββατο 21 Νοεμβρίου, στην κατάμεστη αίθουσα Τζον Κασσαβέτης στο πλαίσιο του 50ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Το παρών στην εκδήλωση έδωσαν ο πρόεδρος του Φεστιβάλ Γιώργος Χωραφάς, η διευθύντρια Δέσποινα Μουζάκη, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Γκαίτε Θεσσαλονίκης Karl-Heinz Thalmann, καθώς και σπουδαστές του προγράμματος Salonica Studio του Φεστιβάλ.

Το εμπνευσμένο masterclass, το οποίο συντόνισε ο δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου Γιώργος Κρασσακόπουλος, ξεκίνησε με την προβολή ενός ολιγόλεπτου αποσπάσματος από την ταινία Swing Time (1936) του Τζορτζ Στίβενς και συγκεκριμένα την προβολή μιας σκηνής όπου ο Φρεντ Αστέρ χορεύει μαζί με τη «ζωντανή» σκιά του. «Έπειτα από αυτή τη σκηνή, όλοι θα έπρεπε να πάμε σπίτια μας, να σταματήσουμε το σινεμά για ένα μήνα και να αρχίσουμε ξανά από την αρχή. Σε αυτή την απλή σκηνή όπου η κάμερα δεν αλλάζει θέση, διαφαίνεται η πεμπτουσία του σινεμά, οι σκιές παίρνουν ζωή, βλέπουμε καθαρά τη μαγεία του κινηματογράφου. Το σινεμά δεν θα γίνει καλύτερο από αυτό που βλέπετε εδώ, πρόκειται για μια σκηνή που δεν χρειάζεται πολλές εξηγήσεις, όλοι μπορείτε να το κάνετε» σημείωσε χαρακτηριστικά ο Βέρνερ Χέρτζογκ, προσθέτοντας ότι «το σινεμά είναι πάνω από όλα ψυχαγωγία και όχι όργανο βασανισμού». «Εφόσον είναι τόσο απλά τα πράγματα, γιατί υπάρχουν τόσα βιβλία και άρθρα γύρω από τον κινηματογράφο, τα οποία αναφέρονται και σε εσάς;», ρωτήθηκε σε αυτό το σημείο ο σπουδαίος δημιουργός. Ο ίδιος απάντησε με αφοπλιστικό τρόπο: «Θα προτιμούσα να μην υπήρχαν όλα αυτά. Θα ήθελα να ήμουν ανώνυμος. Ακόμα και στη ζούγκλα της Νέας Γουινέας να πήγαινα, θα υπήρχε κάποιος με ένα κινητό τηλέφωνο που θα με έβγαζε φωτογραφία και θα την έστελνε με ένα μήνυμα. Από τους 300 σπαρτιάτες των Θερμοπυλών, μόνο το όνομα του Λεωνίδα έγινε γνωστό και έμεινε στην ιστορία. Προσωπικά, πολύ θα ήθελα να ήμουν ένας από τους υπόλοιπους τριακόσιους».

Αναφερόμενος στην πρώτη του επαφή με τον κινηματογράφο, ο Βέρνερ Χέρτζογκ επεσήμανε ότι μέχρι τα 11 χρόνια του δεν γνώριζε την ύπαρξη του σινεμά. «Μια μέρα μας επισκέφθηκε ένας περιπλανώμενος κινηματογραφιστής στο σχολείο μου, στα βουνά της Βαυαρίας, και έκανε μια προβολή. Τότε είδα ταινία για πρώτη φορά. Αργότερα, όταν ήμουν στο Μόναχο, έβλεπα πιο συχνά ταινίες, αλλά ασήμαντες, όπως Ζορό και Ταρζάν. Βλέποντας, όμως, αυτή την ταινία πρόσεξα ότι μια σκηνή επαναλαμβανόταν δύο φορές, κάτι που κανένας από τους φίλους μου δεν παρατήρησε. Τότε άρχισα να αναρωτιέμαι ‘’πώς μας κοροϊδεύουν έτσι;”». Όπως τόνισε ο γερμανός σκηνοθέτης, στα 14 χρόνια του κατάλαβε πως το μέλλον του είναι ο κινηματογράφος: «Ήταν φανερό για μένα ότι θα έγραφα ποίηση και θα έκανα ταινίες. Το κακό, όμως, ήταν ότι με απέρριψαν από όλες τις εταιρείες παραγωγής και τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Επίσης, η εφηβεία μου άργησε να έρθει και μέχρι τα 16 μου έμοιαζα με σχολιαρόπαιδο. Αποφάσισα ότι θα έπρεπε να γίνω ο ίδιος παραγωγός των ταινιών μου και έτσι δούλευα τα βράδια σε εργοστάσια και το πρωί πήγαινα σχολείο. Έτσι, λοιπόν, συγκέντρωσα αρκετά χρήματα και μπορούσα να χρηματοδοτήσω ο ίδιος τις ταινίες μου». Απευθυνόμενος στο κοινό και τους σπουδαστές του Salonica Studio συμπλήρωσε: «μπορείτε να το κάνετε και εσείς αυτό, εάν δεν βρίσκετε παραγωγούς για τις ταινίες σας. Δεν μπορώ να ακούω παράπονα ότι κάτι δεν είναι εφικτό. Η τεχνολογία σας επιτρέπει να έχετε πολύ μικρές και σχετικά φθηνές κάμερες με τις οποίες μπορείτε να γυρίσετε αξιοπρεπείς ταινίες. Σίγουρα είναι ένα βασανιστικό και οδυνηρό επάγγελμα, γεμάτο ταπεινώσεις και απανωτές ήττες. Θα ηττηθείτε, αλλά πρέπει να έχετε το θάρρος να συνεχίσετε και κάποια στιγμή θα πετύχετε κάτι αξιόλογο».

Απαντώντας στην ερώτηση για το πώς μπορεί κάποιος να φτάσει σε ένα υψηλό κινηματογραφικό επίπεδο και να κάνει καλό σινεμά, ο Βέρνερ Χέρτζογκ τόνισε ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή. «Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τις βασικές λειτουργίες της κάμερας, του μοντάζ, τις τεχνικές αφήγησης ή τον τρόπο επεξεργασίας του φιλμ. Αυτά τα μαθαίνεις σε μια βδομάδα, δεν χρειάζεται να πας σε σχολή κινηματογράφου. Τα υπόλοιπα όμως, θα τα μάθετε με τα πόδια. Ο κόσμος αποκαλύπτεται σε αυτούς που ταξιδεύουν πεζοί», υπογράμμισε με έμφαση ο Βέρνερ Χέρτζογκ και συμπλήρωσε ότι «πρέπει να αποκτήσει κανείς πνευματικές εμπειρίες, να υπάρξει μόνος για να κατανοήσει τη ζωή και να προσεγγίσει την καρδιά και την ψυχή των ανθρώπων. Εγώ, για παράδειγμα, πεινούσα συνεχώς ως παιδί, αλλά αυτό μου δίδαξε να τρώω μόνο όσο πρέπει. Επίσης, όσο βρισκόμουν στην Αφρική μπήκα στη φυλακή, από όπου πήρα επίσης ορισμένα μαθήματα ζωής».

Μιλώντας για την εξέλιξη της τεχνολογίας, ο πρωτοπόρος σκηνοθέτης προέτρεψε τους νέους κινηματογραφιστές να επιμείνουν στη χρήση του παραδοσιακού σέλιλοϊντ, το οποίο χαρακτήρισε «μητέρα όλων των μαχών». Αν και η τελευταία του ταινία Γιε μου, γιε μου τι έκανες; γυρίστηκε με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας, ο ίδιος παραδέχτηκε ότι δεν του άρεσε το τελικό αποτέλεσμα. «Γυρίσαμε την ταινία με μια πολύ εξελιγμένη κάμερα, η οποία μοιάζει με έναν τεράστιο ηλεκτρονικό υπολογιστή. Μόνο και μόνο για να την ανοίξω, χρειάζονται 4,5 λεπτά, πράγμα καταστροφικό για μένα. Οι καινούργιες κάμερες υψηλής τεχνολογίας κατασκευάζονται από ανθρώπους των υπολογιστών, οι οποίοι δεν γνωρίζουν την ιστορία των 200 χρόνων του κινηματογράφου, μια ιστορία η οποία στηρίζεται στην ακρίβεια της μηχανολογίας, όπως ισχύει και με την η ακρίβεια ενός μικροσκοπίου, των καμερών Panavision ή των reflex. Πρέπει, λοιπόν, να είστε προσεκτικοί με την επιλογή των εργαλείων σας, διότι όσο πιο τεχνολογικά εξελιγμένα είναι, τόσο περισσότερα προβλήματα θα σας δημιουργήσουν», τόνισε ο σκηνοθέτης. Επιπλέον, ο Βέρνερ Χέρτζογκ προέτρεψε τους νέους κινηματογραφιστές να διαβάζουν συνεχώς προκειμένου να αποκτούν γνώση του κόσμου, καθώς και να ζήσουν την πραγματική ζωή και όχι αυτή του διαδικτύου. «Οι γάλλοι κινηματογραφιστές της nouvelle vague έβλεπαν συνεχώς ταινίες από τη Σοβιετική Ένωση ή την Κίνα χωρίς υπότιτλους. Προσέγγιζαν τις ταινίες ως αναλφάβητοι και παρατηρούσαν τη δομή, την πλοκή και τη ροή της ταινίας προσπαθώντας να καταλάβουν το περιεχόμενο», σημείωσε χαρακτηριστικά. Ο ίδιος, επίσης, είπε ότι βλέπει μόνο 2 ή 3 ταινίες το χρόνο, οι οποίες δεν του αρέσουν πολύ, ωστόσο διαβάζει συνεχώς.

Ερωτώμενος για το εάν είναι ακόμη εύκολο να περπατάει κανείς σε έναν κόσμο γεμάτο αυτοκίνητα και δρόμους ταχείας κυκλοφορίας, ο Βέρνερ Χέρτζογκ τόνισε ότι ο μαζικός τουρισμός είναι αυτός που καταστρέφει τον πολιτισμό μιας περιοχής και όχι ο μοναχικός εξερευνητής. Ο ίδιος ταξίδεψε στην Κρήτη και εξερεύνησε το εσωτερικό κομμάτι του νησιού αποφεύγοντας τις πολυσύχναστες παραλίες. «Είχα μαζί μου ένα γαϊδουράκι και ένα περίστροφο για να πυροβολώ πέρδικες. Κάποια στιγμή έφτασα στο Λασίθι, όπου είδα σε μια πεδιάδα 10.000 ανεμόμυλους και δεν μπορούσα να πιστέψω την ομορφιά του τοπίου. Ήταν μια στιγμή που με επηρέασε τόσο πολύ και έγινε η αφορμή για να γυρίσω την ταινία Σημάδια ζωής, τόσο στην Κρήτη όσο και στην Κω. Οι ανεμόμυλοι ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος της ταινίας. Έμοιαζαν με λουλούδια που είχαν τρελαθεί και γύριζαν γύρω – γύρω μανιασμένα», τόνισε ο σκηνοθέτης και συμπλήρωσε ότι το τοπίο που αντίκρισε τότε ήταν κάτι τόσο εξωπραγματικό που άγγιξε την ψυχή του βαθιά, παρόλο που ταυτόχρονα ήταν απόλυτα πραγματικό. Μιλώντας για την επίδραση που άσκησαν γενικότερα τα φυσικά τοπία στον ίδιο και τις ταινίες του, ο σκηνοθέτης υπογράμμισε ότι «το τοπίο στην ταινία Fitzcarraldo, αν και πρόκειται για μια ζούγκλα, συμβολίζει κάτι βαθύτερο και σταδιακά μεταμορφώνεται και συνδέεται με την ανθρώπινη ψυχή και τα χαρακτηριστικά της».

Στη συνέχεια του masterclass, ο σκηνοθέτης έδειξε στο κοινό ορισμένες εικόνες από πίνακες ζωγραφικής, με θέμα διάφορα τοπία. Στάθηκε ιδιαίτερα στη δουλειά του Hercules Seghers, ενός καλλιτέχνη ο οποίος έζησε πριν την εποχή του Ρέμπραντ. «Ο Seghers πέθανε αλκοολικός και πάμφτωχος. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του τύπωνε τους πίνακες του στα σεντόνια του. Τα περισσότερα από τα έργα του καταστράφηκαν, ενώ ο ίδιος ο Ρέμπραντ διέσωσε μερικά από αυτά, τα οποία σήμερα βρίσκονται στη Γκαλερί Ουφίτσι στην Φλωρεντία της Ιταλίας», σημείωσε ο Βέρνερ Χέρτζογκ, ενώ απευθυνόμενος στους νέους κινηματογραφιστές τόνισε: «Πρέπει να βρείτε τους καλλιτέχνες και τους ποιητές που βρίσκονται κοντά στην καρδιά σας. Όταν τους ανακαλύψετε και συνδεθείτε μαζί τους, θα δημιουργήσετε κάτι που θα υπερβαίνει την ύπαρξη σας και τότε αυτό θα είναι σινεμά».

Ερωτώμενος από το κοινό σχετικά με την απόρριψη που βίωσε ο ίδιος στο ξεκίνημά του και την οποία βιώνουν επίσης οι νέοι κινηματογραφιστές, ο Βέρνερ Χέρτζογκ τόνισε ότι δεν πρέπει να φοβούνται την απόρριψη, αλλά να έχουν το θάρρος να συνεχίζουν. «Αν έχετε μια καλή ιστορία, η χρηματοδότηση δεν θα αργήσει να ακολουθήσει. Στη δική μου καριέρα, τα πρώτα δέκα χρόνια δεν έφεραν καθόλου επιτυχίες. Η ταινία μου Σημάδια ζωής, ενώ πήρε βραβεία και απέσπασε καλές κριτικές δεν άρεσε καθόλου στο κοινό. Μετά από χρόνια, την ανακάλυψαν και μου ζήτησαν να την προβάλω ξανά», σημείωσε. Και πρόσθεσε: «Ήμουν έτοιμος να τα παρατήσω, όταν η μέντορας μου, η ιστορικός κινηματογράφου Λότε Άισνερ, μου είπε με απόλυτη ψυχραιμία και ηρεμία ότι “η ιστορία του κινηματογράφου δεν σου επιτρέπει να παραιτηθείς” και έτσι συνέχισα για τα επόμενα δέκα χρόνια. Επιπλέον, η ίδια έδειξε ταινίες μου στον Φριτς Λανγκ, ο οποίος μου είπε ότι του άρεσαν, αν και δεν είχε ενθουσιαστεί βέβαια».

Μιλώντας για την ταινία του Ο μικρός Ντίτερ θέλει να πετάξει, ο σκηνοθέτης τόνισε ότι ορισμένες φορές χρειάστηκε να γυριστεί η ίδια σκηνή έξι φορές μέχρι να πετύχει το αποτέλεσμα που ήθελε. «Ο σκοπός μας ήταν να ‘’φωτίσουμε’’ τον ίδιο τον πρωταγωνιστή και να ‘’φωτίσουμε’’ την καρδιά του κοινού, αφού χωρίς να γίνει το ένα δεν μπορούσε να υπάρξει το άλλο», τόνισε χαρακτηριστικά. Ερωτώμενος για το χιούμορ των ταινιών του, ο Βέρνερ Χέρτζογκ υπογράμμισε ότι «ήρθε η ώρα το κοινό να καταλάβει το χιούμορ στο έργο μου. Πολλοί πιστεύουν ότι είμαι ένας μελαγχολικός γερμανός σκηνοθέτης, αλλά δεν είναι αλήθεια. Μπορεί να μην είμαι σαν τον Έντι Μέρφι, αλλά έχω χιούμορ. Νιώθω πιο κοντά στον Μπάστερ Κίτον, ο οποίος χρησιμοποιούσε το χιούμορ για να αντεπεξέλθει στη σκληρότητα του κόσμου», τόνισε.

Απαντώντας σε ερώτηση που αφορούσε τις διαφορές μεταξύ του ταλέντου και της δεξιότητας, ο Βέρνερ Χέρτζογκ σημείωσε τα εξής: «Έχοντας αποκτήσει δεξιότητες μπορείς να κάνεις καλές ταινίες, αλλά η ποίηση του κινηματογράφου είναι κάτι που δεν μαθαίνεται. Εάν δεν νιώσεις την ανάγκη ότι έχεις κάτι να πεις σε ένα κοινό, ότι έχεις κάτι να εκφράσεις, οι δεξιότητες δεν αρκούν». Όσο για την μουσική των ταινιών του, δήλωσε: «Η μουσική είναι η τέχνη που βρίσκεται πιο κοντά στον κινηματογράφο απ’ ό,τι το θέατρο και η φωτογραφία. Από τα 13 έως τα 18 μου δεν άκουσα καθόλου μουσική εξαιτίας μιας τραυματικής εμπειρίας που είχα στο σχολείο όταν ένας δάσκαλος με ανάγκασε να τραγουδήσω μπροστά στην τάξη μου. Μετά τα 18 μου, όμως, ένιωσα ότι μου έλειπε πολύ η μουσική και άρχισα να την εξερευνώ». Μιλώντας για τις ίδιες τις ταινίες του, ο Βέρνερ Χέρτζογκ παραδέχτηκε ότι αγαπάει τα φιλμ που έχει γυρίσει σαν παιδιά του, αλλά δεν τα ξαναβλέπει. Για τον σπουδαίο σκηνοθέτη, ένας κινηματογραφιστής πρέπει να είναι έτοιμος για όλα, γι΄αυτό και όπως διηγήθηκε χαρακτηριστικά στο κοινό, ο ίδιος στην ταινία Fitzcarraldo δεν δίστασε να πλαστογραφήσει ορισμένα έγγραφα προκειμένου να περάσει από κάποια στρατιωτικά μπλόκα και να ολοκληρώσει τα γυρίσματα.

Σύμφωνα με τον Βέρνερ Χέρτζογκ, το μέλλον του κινηματογράφου θα χαρακτηρίζεται από μεγάλες αλλαγές: «Θα βιώσουμε μια μεγάλη αλλαγή στον κινηματογράφο, στα μέσα που χρησιμοποιούμε, αλλά υπάρχει ανασφάλεια λόγω του συστήματος διανομής το οποίο μεταβάλλεται, καθώς και λόγω της διαδικτυακής πειρατείας. Όλα αυτά μπορεί να αλλάξουν, αλλά οι αξίες του κινηματογράφου, η μαγεία της αφήγησης, η ποίηση της Έβδομης Τέχνης, δεν μπορεί να αλλάξει ποτέ. Ο αιώνας που διανύουμε, παρόλο που χαρακτηρίζεται από έκρηξη των μέσων ενημέρωσης, θα είναι ο αιώνας της μοναξιάς. Μόνο το σινεμά μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους».

Ο Βέρνερ Χέρτζογκ αποκάλυψε στο κοινό ότι στις ταινίες του δεν νιώθει φιλόσοφος, αλλά περισσότερο μαθηματικός, υπογραμμίζοντας ότι για τον ίδιο η αφηρημένη σκέψη περιορίζεται στην κατανόηση της μαθηματικής επιστήμης. Στο κλείσιμο του εμπνευσμένου masterclass, ο Βέρνερ Χέρτζογκ αναφέρθηκε στην ταινία του Νοσφεράτου και στην αλλαγή που έκανε στο φινάλε της. «Δεν ήθελα να κάνω ένα ριμέικ της βωβής ομώνυμης ταινίας. Στο πρωτότυπο φιλμ ο βρικόλακας δεν διαθέτει καθόλου αισθήματα, είναι ένα έντομο που πεθαίνει. Εγώ ήθελα να δείξω τον βρικόλακα ως μια ψυχή που υποφέρει. Το φιλμ του Φ.Β. Μουρνάου ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του και συμβόλιζε πως κάτι σκοτεινό πλανάται πάνω από τη Γερμανία – κατά τη γνώμη μου εννοούσε το ναζισμό. Με τη δική μου ταινία, νιώθω ότι δημιούργησα μια νοητή συνέχεια με τους κινηματογραφιστές του παρελθόντος, των οποίων το όραμα και η σκέψη διεκόπη από τον κινηματογράφο την περίοδο του ναζισμού».